#NYC #everyonesaysIloveyou
Πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη. Κυνηγάω τα κλισέ. Είναι η πόλη των πόλεων. Θέλω να τα δω όλα. Empire State, Chrysler Building, Άγαλμα της Ελευθερίας, νέοι (πεντάδυμοι) πύργοι, central park, wall street, Times Square, Πέμπτη Λεωφόρο, MOMA, γέφυρα του Μπρούκλιν, τον Γούντι Άλεν αυτοπροσώπως. Όλα. Όσα μπορώ και όσα δεν μπορώ. Περπατάω μαγεμένος και φαντάζομαι, τι συμβαίνει πίσω απ' τα φωτισμένα παράθυρα στους ουρανοξύστες. Ποιοι ζουν εκεί. Πότε ζουν εκεί. Πώς ζουν εκεί.
Η πόλη τρέχει. Όχι με μανία. Αλλά με ορμή. Παρασέρνεσαι από την ροή του πλήθους. Η αδρεναλίνη ντοπάρει το βηματισμό σου. Επιταχύνεις προς το άγνωστο. Προς μέρη που μέχρι πρότινος είχες δει μονάχα στον κινηματογράφο και με το που τα αντικρίζεις μεμιάς ξεπηδάν χίλιες δυο εικόνες από ταινίες, βιβλία, κόμιξ. Και τότε το άγνωστο γίνεται γνωστό, οικείο, δικό σου. Και θέλεις κι άλλο. Ολοένα και πιο πολύ. Θέλεις να κάνεις όσο γίνεται περισσότερο δικιά σου τη Gotham City. Να την κατακτήσεις. Να γίνεις ο Μπάτμαν και ο Τζόκερ μαζί.
Ο χρόνος ποτέ δεν επαρκεί. Βασικά ούτε μια ζωή δεν φθάνει για να υποψιαστείς τι συμβαίνει εκεί. Βραδιάζει πλέον και τόσο νωρίς. Θέλω να μεταλλαχθώ σε βαμπίρ όπως στη νέα ταινία του Τζάρμους και να μπορώ να εκμεταλλεύομαι και τη νύχτα. Να μην πηγαίνει στιγμή χαμένη. Ο χειμώνας πάντως επιταχύνει τις κινήσεις μου, υπενθυμίζοντας μου πως όσα ρούχα κι αν φορέσω, αυτός θα βρίσκει τρόπους να διαπεράσει το χοντρό μου παλτό.
Δεν πτοούμαι όμως και ευλαβικά κοιτάω τις αφίσες στα βιβλιοπωλεία του Μπρούκλιν κι ας στεναχωριέμαι που δεν μπορώ να παρευρεθώ στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Πωλ Όστερ (αν και χρειάζεται να πληρώσω 5$ είσοδο!). Προσπερνάω βιτρίνες που καλούν τον ανδρικό πληθυσμό να δειπνήσει με σούσι πάνω σε γυμνά γυναικεία κορμιά. Μαθαίνω για τη νέα τάση στη νυχτερινή διασκέδαση, που επισκέπτεσαι μπαρ - ψυγεία, τα οποία σερβίρουν μονάχα παγωμένη βότκα και πίνεις το ποτό σου φορώντας το μπουφάν σου μέχρι να ζεσταθείς για τα καλά από το αλκοόλ. Ακούω ιστορίες για Έλληνες που δεν είχαν δραχμή όταν πρωτοήρθαν και κατάφεραν να αποκτήσουν ολόκληρα κτιριακά συγκροτήματα ή για άλλους που έχουν πρωτοκλασάτα εστιατόρια και φέρνουν καθημερινά τα ψάρια με αεροπλάνο από την Ελλάδα. Παρατηρώ μεγαλόσωμους πορτιέρηδες με υπερμεγέθη παλτά να στέκονται επιβλητικοί έξω από ιδιωτικές λέσχες, καλοντυμένους οδηγούς να περιμένουν πιστά το αφεντικό τους, με τη μηχανή της μαύρης λιμουζίνας αναμμένη για όσες ώρες χρειαστεί και έχω την αίσθηση πως σε λίγο θα συναντήσω τον Κιούμπρικ να γυρίζει νυχτερινές σκηνές από το Eyes Wide Shut.
Μπαίνω στο νέο αξιοθέατο της Νέας Υόρκης που λειτουργεί 24 ώρες την ημέρα. Το κεντρικό apple store στην 5η Λεωφόρο και παθαίνω πολιτισμικό σοκ από τους εκατοντάδες εθισμένους iphonάκηδες, οποίοι κάνουν ζιγκζαγκωτές ουρές όπως στα αεροδρόμια για να προμηθευτούν μια μαγική συσκευή. Απ' έξω ακριβώς, άστεγοι βουτάνε σε τόνους από σκουπίδια ενώ μέσα, κάθε σακουλάκι που κρατάει ο πελάτης κοστίζει τουλάχιστον 500$. Η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται. Η πόλη των αντιθέσεων. Η πόλη του Αμερικάνικου Ονείρου...
Πόσο θέλω να γίνω πουλί να πετάξω ψηλά και να δω κι άλλα πολλά. Από μέσα κι από έξω. Η θέα από το Empire State είναι συναρπαστική μα δεν μου φθάνει. Θέλω περισσότερο. Να δω, να μυρίσω, να ζήσω. Να γεμίσω από τη ροή κόσμου, εμπειριών και εικόνων που φορτίζει κάθε μου βήμα. Και όσο οι σειρήνες θα φωνάζουν, τα μετρό θα κινούνται στα τυφλά, τα κορίτσια από το Sex and the City θα ψωνίζουν, τα φώτα στο Broadway θα λάμπουν, οι ουρανοξύστες θα ψηλώνουν, οι άνθρωποι θα πολλαπλασιάζονται, οι δρόμοι θα αδειάζουν και θα γεμίζουν, θα λέω κι εγώ με τη σειρά μου σαν άλλος Γούντι Άλεν “Everyone says I love you... NYC”.
Πρώτη φορά στη Νέα Υόρκη. Κυνηγάω τα κλισέ. Είναι η πόλη των πόλεων. Θέλω να τα δω όλα. Empire State, Chrysler Building, Άγαλμα της Ελευθερίας, νέοι (πεντάδυμοι) πύργοι, central park, wall street, Times Square, Πέμπτη Λεωφόρο, MOMA, γέφυρα του Μπρούκλιν, τον Γούντι Άλεν αυτοπροσώπως. Όλα. Όσα μπορώ και όσα δεν μπορώ. Περπατάω μαγεμένος και φαντάζομαι, τι συμβαίνει πίσω απ' τα φωτισμένα παράθυρα στους ουρανοξύστες. Ποιοι ζουν εκεί. Πότε ζουν εκεί. Πώς ζουν εκεί.
Η πόλη τρέχει. Όχι με μανία. Αλλά με ορμή. Παρασέρνεσαι από την ροή του πλήθους. Η αδρεναλίνη ντοπάρει το βηματισμό σου. Επιταχύνεις προς το άγνωστο. Προς μέρη που μέχρι πρότινος είχες δει μονάχα στον κινηματογράφο και με το που τα αντικρίζεις μεμιάς ξεπηδάν χίλιες δυο εικόνες από ταινίες, βιβλία, κόμιξ. Και τότε το άγνωστο γίνεται γνωστό, οικείο, δικό σου. Και θέλεις κι άλλο. Ολοένα και πιο πολύ. Θέλεις να κάνεις όσο γίνεται περισσότερο δικιά σου τη Gotham City. Να την κατακτήσεις. Να γίνεις ο Μπάτμαν και ο Τζόκερ μαζί.
Ο χρόνος ποτέ δεν επαρκεί. Βασικά ούτε μια ζωή δεν φθάνει για να υποψιαστείς τι συμβαίνει εκεί. Βραδιάζει πλέον και τόσο νωρίς. Θέλω να μεταλλαχθώ σε βαμπίρ όπως στη νέα ταινία του Τζάρμους και να μπορώ να εκμεταλλεύομαι και τη νύχτα. Να μην πηγαίνει στιγμή χαμένη. Ο χειμώνας πάντως επιταχύνει τις κινήσεις μου, υπενθυμίζοντας μου πως όσα ρούχα κι αν φορέσω, αυτός θα βρίσκει τρόπους να διαπεράσει το χοντρό μου παλτό.
Δεν πτοούμαι όμως και ευλαβικά κοιτάω τις αφίσες στα βιβλιοπωλεία του Μπρούκλιν κι ας στεναχωριέμαι που δεν μπορώ να παρευρεθώ στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Πωλ Όστερ (αν και χρειάζεται να πληρώσω 5$ είσοδο!). Προσπερνάω βιτρίνες που καλούν τον ανδρικό πληθυσμό να δειπνήσει με σούσι πάνω σε γυμνά γυναικεία κορμιά. Μαθαίνω για τη νέα τάση στη νυχτερινή διασκέδαση, που επισκέπτεσαι μπαρ - ψυγεία, τα οποία σερβίρουν μονάχα παγωμένη βότκα και πίνεις το ποτό σου φορώντας το μπουφάν σου μέχρι να ζεσταθείς για τα καλά από το αλκοόλ. Ακούω ιστορίες για Έλληνες που δεν είχαν δραχμή όταν πρωτοήρθαν και κατάφεραν να αποκτήσουν ολόκληρα κτιριακά συγκροτήματα ή για άλλους που έχουν πρωτοκλασάτα εστιατόρια και φέρνουν καθημερινά τα ψάρια με αεροπλάνο από την Ελλάδα. Παρατηρώ μεγαλόσωμους πορτιέρηδες με υπερμεγέθη παλτά να στέκονται επιβλητικοί έξω από ιδιωτικές λέσχες, καλοντυμένους οδηγούς να περιμένουν πιστά το αφεντικό τους, με τη μηχανή της μαύρης λιμουζίνας αναμμένη για όσες ώρες χρειαστεί και έχω την αίσθηση πως σε λίγο θα συναντήσω τον Κιούμπρικ να γυρίζει νυχτερινές σκηνές από το Eyes Wide Shut.
Μπαίνω στο νέο αξιοθέατο της Νέας Υόρκης που λειτουργεί 24 ώρες την ημέρα. Το κεντρικό apple store στην 5η Λεωφόρο και παθαίνω πολιτισμικό σοκ από τους εκατοντάδες εθισμένους iphonάκηδες, οποίοι κάνουν ζιγκζαγκωτές ουρές όπως στα αεροδρόμια για να προμηθευτούν μια μαγική συσκευή. Απ' έξω ακριβώς, άστεγοι βουτάνε σε τόνους από σκουπίδια ενώ μέσα, κάθε σακουλάκι που κρατάει ο πελάτης κοστίζει τουλάχιστον 500$. Η πόλη που ποτέ δεν κοιμάται. Η πόλη των αντιθέσεων. Η πόλη του Αμερικάνικου Ονείρου...
Πόσο θέλω να γίνω πουλί να πετάξω ψηλά και να δω κι άλλα πολλά. Από μέσα κι από έξω. Η θέα από το Empire State είναι συναρπαστική μα δεν μου φθάνει. Θέλω περισσότερο. Να δω, να μυρίσω, να ζήσω. Να γεμίσω από τη ροή κόσμου, εμπειριών και εικόνων που φορτίζει κάθε μου βήμα. Και όσο οι σειρήνες θα φωνάζουν, τα μετρό θα κινούνται στα τυφλά, τα κορίτσια από το Sex and the City θα ψωνίζουν, τα φώτα στο Broadway θα λάμπουν, οι ουρανοξύστες θα ψηλώνουν, οι άνθρωποι θα πολλαπλασιάζονται, οι δρόμοι θα αδειάζουν και θα γεμίζουν, θα λέω κι εγώ με τη σειρά μου σαν άλλος Γούντι Άλεν “Everyone says I love you... NYC”.